Κυριακή 12 Ιουνίου 2011
ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ


(Το άυλο σώμα του είναι μου στο μη είναι)
                                                           

Το σώμα ασώματο και του αοράτου σώμα μου με σύμβαση του άυλου μεταβάλλει τη σύμπραξη του εμφανούς σε αντιπαράθεση με ασαφή εσωτερική κίνηση του συμβατού στο ασύμβατο,  ενώ η καρέ καρέ πληρότητα του αναγινώσκεται μόνο δια της άγνοιας ωσάν να ήθελε η σκιά μου να κρατά τα  ηνία της πληρότητας στο διηνεκές.
Όταν η αντίφαση του ή το απροσδιόριστο ν’αθροίζεται σε εσώτερα σχήματα εικόνων ώσπου να σπάσει ο αντίρροπος ρυθμός της κίνησης του και κατακερματισμένος κατόπιν συναρμολογηθεί στο πεδίο της αντιύλης.
Ωσάν τις μη νοητές οντότητες σε ακροβασία αντανάκλασης καλειδοσκοπικών συγκρούσεων και αναστολών του είναι.  Λες και μες στην υπαρκτική μου χωρικότητα να είναι το κέλυφος που με περικλείει.
Παίρνει σχήμα ανάλογο ενός ακαθόριστου σκοπού όπου ενοράσεται μάλλον ως απόφαση από δύο πόλους αντικριστούς,  πνευματικής διέγερσης.  Ένας αντίδικος σύμμαχος όπου με ταλαιπωρεί αποζητώντας σώστρα σε χώρους ενυπνίου,  προσπαθώντας με βήμα ακροβάτη ν’ακολουθήσω τα σήματά του. Αυτό το είναι συρρέει δίπλα μου ως περίγραμμα υποψίας.  Επεκτείνεται ώσπου μια αοριστία ήθελε να το σχεδιάσει ή ανταποδώσει σε αντιστάθμισμα απροσπέλαστο της έλξης καθώς διπλώνει τα αόρατα φτερά του μέσα σε εκπομπές της απάθειας μου.  Αθροίζεται ως πρόσμιξη μη αναγνωρίσιμη  ή  κάποτε εκπίπτει ως αντίλογος υπόλογος και με ετεροπροσδιορίζει σ’ένα αρχέγονο  συνείναι.  Ο μεταπλασμός της κίνησης του από το χάος στην αφύπνιση με εκκολάπτει από το μηδέν με συνεαυτούς ή ενιαυτούς να αναγγέλλουν δρόμους της αλληλοδιαδοχής του από γενεών το απυρόβλητο σ’ ένα εαυτό αοράτως ανεξίτηλο και ανεπίκαιρο που όμως μεταβιβάζεται επάπειρον σε χωρία μαχών του ασυνείδητού μου ως ενδυνάμει  συνδαιτυμόνας του τίποτα. Ευδοκιμεί σε προαποφάσεις καθώς κατοχυρώνεται στο πεπερασμένο λόγο σαν αέρινο εντρύφημα της απραξίας μου.  Με φωτεινές ιδέες συνλειτουργεί ενώ προσδίδει στο παρόν κυματισμούς σύμπνοιας και εγρήγορσης άνευ κίνησης και ακολουθεί διασυνδέσεις αποκρυφιστικές οι οποίες με διαπερνούν.
Με λοιδορεί σε διελκυστίνδα σαθρού σημείου αναφοράς με εξουσία,  έσω σε μένα αλλά ανακόλουθης ως προς εμένα,  σε διαδρόμους συνάφειας συναποφάσεων μου με ενεργήματα θαρρείς αμφίπλευρα,  όπου διαβαίνουν από την Ηχώ της μη υποστάσεώς μου.  Δρόμοι και μονόδρομοι αναλόγως της ακτινωτής αντίδρασης του είναι μου θέλοντας να φτάσει στο ανεξερεύνητο του κόσμου μου,  ως αποστάτης συνοδοιπόρος. Η ακτινέργια του Είναι του δεν γίνεται ορατή, σχηματοποιεί μόνο τη συναίνεση σε πράγματα αυθύπαρκτης  μορφής  του συνειδητού τα οποία ανατρέπει κι αυτά μ’ ευκολία στη συνέχεια. Με τρόπο ημιεκτέλεσης της κίνησής του σε όντα που με εμπεριέχουν ως σύναψη επικοινωνίας χωρίς ίχνος ή σημείο ζεύξης ή μιας αμέτοχης συνεισφοράς του στο εντελώς ανυπόθετο στο πράττειν της ζωής.  Βιομεριμνά ως επίπλαστη οντότητα στον Αντίλογο της συνείδησής μου.
Πόσα γελωτοποιά σχήματά του συνυπογράφουν πράξεις ή αναστέλλουν μέρες οδηγήτρες του ώστε να προγράψουν την τέχνη της ασυνέχειας σε τοκετούς χωμάτινων λέξεων του ασυνείδητου.  Συντελούν ως σηματωροί στη χρονοστήλη της απογραφής μου με σώμα ασώματο του ορατού σώματός μου.  Σε όλα ετούτα που με παρέχουν στο είναι μου καθώς με ηλεκτροδοτούν με άφατες συνάψεις προσκρούσεων του ορατού καθώς με επιτείνουν στο χρόνο με τάση κυρίαρχη αλλά ανάκουστης αναφοράς.  Εξορμούν από καταβολής μου και περιστρέφονται αρματωμένα με περιδινήσεις ανάτασης από το έρεβος σε εν δυνάμει έρεβος,  προσπαθώντας απαστράπτοντα διά της απουσίας τους να φωσφορίζουν τις αντανακλάσεις των συνειρμών μου.  Άκαιρος ο δρόμος μου στις τόσες ανακολουθίες τους όπου εισπράττοντας διευκολύνσεις και μεγέθη ατελέσφορα του υπαρκτού να με κυριαρχούν με φειδώ ή χωρίς φειδώ.
Στην περάτωση μιας κίνησής του να εισέρχεται ολόκληρο το ανθρώπινο γένος με αλυσιδωτές συνδιαβουλεύσεις ατεκμηρίωτες στο είναι μου.  Ωσάν πέτρα που πέφτει στη λίμνη ή στο νερόλακκο και η αντίδραση με κύκλους να βάζει όλη την επιφάνεια σε κίνηση και συνδιαλλαγή με χρονική ερμηνεία του μηδενός.    
Το ενέργημα είναι μόνο ορατό στις παρυφές του απροσπέλαστου.  Το σώμα το αφανέρωτο στο παραπέταμα του ορατού γίνεται ο προπομπός  και ο επεξεργαστής και ο παρόχθιος μεταφορέας των ιδεών τη συνήθειας με προσέγγιση σε γλώσσα ανήκουστη ώσπου το μήνυμα να λαβαίνει το απόλυτο είναι στο μη είναι και να το επιχορηγεί στο άλλο στο παράλληλο και να μην έχει τέλος η συντεχνία του άκεντρου υπαρκτού.
Αφουγκραζόμενος κάπου κάπου τη διέλευσή του με ήχους πουλιών μετεωρίζομαι στα ριζά της ανυπαρξίας του ως μετείκασμα και μέρισμα του χρόνου του.
Άραγε είναι ο Θεός των ανθρώπων ως επακόλουθο της συλλογικής επίκλησής του ή ο αγγελιοφόρος του μέσω αντίλαλων του υποσυνείδητου σε χωρία αυτόφυτων ενεργημάτων και ενέργειας.

<<Δεσμεύεις την απόλυτη εκφορά μου στο είναι.>>
<<Συστήνω δικαίωμα ακρόασης άνευ μεσολαβητή.>>
<<Τι λες; Ανωνύμως είσαι μορφή αιθερική, ανένταχτο επιπρόσθετο μιας ιδέας, αν συμφωνείς φυσικά>>
<<Ο κόσμος ονειρεύεται μαζί μου.>>
<<Δεν υπάρχουμε μαζί είμαστε η συνδιαλλαγή του τίποτα.>>
<<Πρακτικό>>
<<Σαν ενθύμιο αντίγραφο σε ίδιο σώμα της μη επαλήθευσης.>>
<<Επιφυλλίδα αταξίας θα έλεγες με δικαίωμα να χορηγώ θεωρητικώς το εμπράγματον, όταν ακόμα κι αυτό επιδίδεται αορίστως στο επέκεινα του μη είναι σου.>>
<<Σκανδαλώδες να ξανακληθεί το υπερβατικό σε απολογία με επιπρόσθετα στοιχεία ως ένδειξη μετάνοιας.>>
<<Τι συνιστά τον κανόνα κατά τη γνώμη σου;>>
<<Το χρήσιμο, χρίζοντας του είναι το Άβατο ως λανθάνον του υπερείναι.>> 

Στο σώμα τού είναι το σώμα μου συγκοινωνούντα δρώμενα αλληλοσπαραζόμενα όπως θραύονται επινοούν και απαξιώνονται.  Αντιστρεπτοί χρόνοι υπομορφή ασύμβατου όπου κάθε τόσο η επιθυμία μετακομίζει σε ορίζοντα που πάλλει της νόησης.  Παρακαμπτήριες συνάψεις αρχών κι εξαρτήσεις,  πελάγη με παλίρροιες ακινησίας που αναλογούν σ όλα τα συναισθήματα με την πλανόδια απορία μου.
Η επιμέρους  σύμπραξη χωρίς εποπτεία στο ορατό σώμα αλλά με συχνότητες όπου τις ανιχνεύει συνειρμός επεκτατικής βλέψης ώσπου να προκαταλάβει τo ίδιο προαίσθημα πλευρά μιας από τις πολλές παραμέτρους όπως επεκτείνεται σε σώμα Ασώματου.  Διασπάται συνεχώς και συνδράμει αλλάζοντας θέσεις με άλλες πλευρές άλλης παραμέτρου ανασχηματίζοντας αενάως του είναι στο είναι του υπερείναι.  Μετατίκτει το παρόν σε διελκυστίνδα αορίστου χρόνου και σε μυστικό μονοπάτι ετεροχρονισμένης αντίληψης.

Στη αβάσταχτη ώρα του ανώνυμου τυπογράφου εμπεριέχομαι και στην κάθε κίνησή του σείομαι, όπως σε παλινδρομικό έρεβος ενέχομαι,  ως παραστάτης μοναχικός που πρέπει αυτοπροσώπως με τη συνήθη πορεία να προσανατολίζομαι από της κάθε στιγμής τα ορμέμφυτα και τις συντεχνίες του επίκαιρου.  Κι όταν ακόμη τη φωνή του ανταμώνω συγχρόνως την αποποιούμαι πάνω στο φάτνωμα μιας σκέψης.  Συναπάντημα τόσων απροσδόκητων εισηγήσεων με φωνές υποθετικές κι άφαντες ενώ διατίθενται στο ενορατικό πεδίο απλόχερα τις διασπώ με το άνθισμα της ευκολίας στην επιφάνεια ωθούμενος από εφησυχασμούς της ρηχότητας,  όπως με παρασύρει η στρεβλή διαίσθηση της όρασής μου.  Πώς να διαπλάσω οντότητα όταν όλα ανατρέπονται.  Μολονότι δεν ήμουν δεν είμαι αλλά αύριο ποιος ξέρει αν θα είμαι σε ετερόκλητο ορίζοντα αθροίσματος.  Ενώ εσύ δίνεις τόσες προθεσμίες ώστε να υπάρχεις,  να μετακομίζεις επάνω μου αναπαράγοντας σχεδιαγράμματα υποψίας από φρούδες ελπίδες,  χρισμένες με λήθη στη γοητεία του ειπωμένου λόγου σου όπως καταλήγει χωρίς ίχνος αντίστασης αναγράφοντας μόνο μιας λεπτής ενθύμησης γραμμή πορείας ανεδαφικής.  Συμβαίνει καθώς προσπερνάμε τις αεικίνητες λέξεις δίπλα στη λεωφόρο της ταχείας μετάβασης του νοήματος.  Εκεί πάντα ως μεταβατικός σταθμός ως περιπλάνηση και συναίνεση της ύπαρξης γεννώντας μονάχα ημερομηνίες προσπελάσεων και υλικό χάρτη της εγκοσμιότητας. Αθέλητος μακρόθυμος χυτεύεις τις ανάσες μου δημιουργώντας τα εκμαγεία των διαδρομών μου.
Είναι όλα εκεί,  όλα όσα είχα συναντήσει σχεδιάζοντας στη μονομέρεια μιας στιγμής κατά τη διάρκεια δύσβατης προσπέλασης.  Μεταπράτες συνδυασμοί ακαταμάχητοι μέσα στη φειδώ τους,  παραβάλλουν τις ασυνέχειες με αυθάδεια μιας αφήγησης ζωής μυθιστορηματικής.  Ποιος να πιστέψει πως δεν υπήρξα άραγε στη πράξη κι απλώς κάποτε είχα μετακομίσει σε άλλης ζωής την εκδοχή και την επικράτεια και παράλληλα να την αντιγράφω σαν να ήταν δική μου.  Με συνθέσεις όπου η μια υπεισέρχεται στην άλλη ως χτίσμα μεταβατικό,  με στοιχεία,  σύνολα,  αντίγραφα αντιγράφων έως διαστρικών κυκλοτερών όντων την κίνηση,  συνοψίσεις αρχών κι εξαρτήσεις σε παλιρροΐκά κύματα ακινησίας.  Όταν συσπάει μ’ ένα ποίκιλμα το σώμα Άσωμο  τότε  ανελκύει η συγκυρία μυστικό σταθμό απείρων υποστάσεων με αποβάσεις επιθετικής αλληγορίας και πολυκέλαδων ενστίκτων.   Κάπου ύστερα ξέρει να κρύβεται πάνω στα βήματα της σιωπής.  Επιστρέφει με πονήματα παρατήρησης φθείροντας με ανήσυχα λόγια ανάκουστα  τα δεδομένα του. Δεν θα νοθεύσει τη σύσταση του ακόμη κι αν σιωπήσει ολόκληρο το εμφανές αντίβαρο του καθώς οδηγεί σε ακροτελεύτια εκπνοή περιοδική.  Δονείται αδιάκοπα μέσα στην αρρυθμία του προς το μέρος της οφθαλμαπάτης εξασκώντας ότι το συστηματοποιεί  στην άγνοια του ακροατή.  Ο ήχος που συστέλλεται τόσο ώσπου μόνο ο αέρας συντελεί στους αρμούς του και στο λόγο του ταράζοντας τον με συνέπειες αδόμητες,  ανένταχτες κι ανεξήγητες.
Στην απροσπέλαστη θάλασσα του ορατού λάμνει από εκπρόθεσμες συντεχνίες κι ανεξιχνίαστες πορείες θριαμβολογεί μαζί με το δίλημμα του δυισμού με αποφάσεις σε εκτάσεις του νοητού κατακτημένες όμως υπό το φως της αναίρεσης και θορυβεί άπνοο.  Όταν το πρωινό επιμερίζει ευθύνες διευρύνοντας τις μεταστοιχειώσεις της ημέρας,  επιστρατεύει τις αντεγκλήσεις της αρχηγίας του διυλίζοντας τις σκοπιμότητες σε ιδέες αιωρούμενες στο πουθενά.  Βακχείος έχει περατώσει κάτω από τον ορίζοντα του φωτός το δρόμο της ακολουθίας του στο υποσύσταση αναμενόμενο και καιροφυλακτεί άοπλο υπό αναίρεση.   Δεν βλέπω τα μάτια του,  είναι όμως γύρω μου κι απέναντι σαν άποψη.  Καθρέφτης του λόγου μου καθώς εμείς οι  δυο συνωθούμαστε στις πράξεις μας και μήτε η θεωρία δεν μας διακρίνει αφού ερμηνευόμαστε από δυο κρατήρες με την ίδια πηγή λάβας αντίστροφα σε στιγμές στάχτης, και αναδημιουργίας.
Όταν διθυραμβικά κάπου κάπου συνταυτιζόμαστε και αλληλοσπαραζόμαστε γεννώντας ένα αποτέλεσμα δισυπόστατο αραγές κι ανεξιχνίαστο του Είναι στο Είναι σ’αυτό που δεν ΕΙΝΑΙ. Το άσωμο σώμα είναι ο Λόγος το πανείναι στο είναι,  η θέαση του παντός,  το καθορίζειν και ο Λόγος είναι ο Θεός το αρχέγονο φαινόμενο της κίνησης στο αεικίνητο φως.________


3 σχόλια:

Πάνος Μανωλιτσάκης είπε...

Στρωτό και αρκετά "βαρύ" κείμενο! Όσο το διαβάζεις, τόσο εμβαθύνεις στο Υπαρξιακό πρόβλημα και στα μεγάλα διαχρονικά ερωτήματα του Ανθρώπου

Ανώνυμος είπε...

Ανακαλύπτω οτι είσαι επηρεασμένοs από την ΑΣΚΗΤΙΚΗ του ΝΙΚΟΥ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ στη σελίδα τριάντα οχτώ αναφέρει ....Το σώμα σου το αόρατο είναι οι πεθαμένοι πρόγονοι κι οι απόγονοι οι αγέννητοι.Το σώμα σου τ ορατό....σαν Κρητικόs κι εγώ χαίρομαι που κατάφερεs να το μετουσιώσειs σ ένα σπουδαίο φιλοσοφικό κείμενο.Οι φίλοι μου ερίζουν για τιs επιρροέs σου ....δημιουργικέs συζητήσειs ......

Γ.Α.Β. είπε...

Αυτό είναι καθαρός Διαλογισμός δια του ποιητικού λόγου... Εύγε!

Συνολικές προβολές σελίδας

Από το Blogger.

Aναγνώστες